- Κρισαίων
- Κρισαί̱ων , Κρῖσαfem gen plΚρισαί̱ων , Κρῖσαmasc/neut gen plΚρισαῖοςfem gen plΚρισαῖοςmasc/neut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Κίρφη — Όρος (1.560 μ.) της Φωκίδας, Ν των Δελφών και του Παρνασσού. Στους δυτικούς του πρόποδες βρισκόταν η αρχαία πόλη Κίρρα και στην απέναντι κορυφή του το σπήλαιο της Σύβαρης. Στις νότιες πλαγιές της Κ. βρέθηκε νεκροταφείο αρχαίου συνοικισμού, ο… … Dictionary of Greek